Σχετικά με τη Διαδήλωση στις 2 Ιουλίου

Το Σάββατο 2 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της Μυτιλήνης, διαδήλωση ενάντια στη συνοριακή βία, και πιο συγκεκριμένα ενάντια στη συστηματική και στρατηγική ανάπτυξη των επαναπροωθήσεων (pushbacks) από το Eλληνικό Kράτος σε συντονισμό με την Eλληνική Ακτοφυλακή. Ηεχθρική στάση των τοπικών αρχών απέναντι σε μια οργανωμένη διαδήλωση αναφορικά με το ζήτημα των επαναπροωθήσεων, έγινε ξεκάθαρη από την αρχή. Ήδη από τη στιγμή που κόσμος ξεκίνησε να συγκεντρώνεται στην πλατεία Σαπφούς (την κεντρική πλατεία της Μυτιλήνης), αστυνομικοί της ασφάλειας μάς προσέγγισαν και μας προειδοποίησαν να μην διαδηλώσουμε στον κεντρικό δρόμο της αγοράς, όπως σχεδιάζαμε.

Ο λόγος, είπαν, πως ήταν το να μην διαταράξουμε την ομαλή λειτουργία της τοπικής εμπορικής κυκλοφορίας καθώς επίσης, και η συμμόρφωσή μας στους κανόνες του νέου νόμου για τις δημόσιες συναθροίσεις, παρόλο που ποτέ δεν ζητήσαμε άδεια από το δήμο, προκειμένου να διαδηλώσουμε, όπως, άλλωστε, ποτέ δεν κάνουμε κάτι τέτοιο. Ταυτόχρονα, μέσα σε λίγα λεπτά, βρεθήκαμε περικυκλωμένες/-οι από αρκετές μονάδες των ΜΑΤ και δυνάμεις της ασφάλειας, εκ των οποίων οι πρώτοι απέκλεισαν τα στενά της πλατείας που οδηγούν στον κεντρικό εμπορικό δρόμο.

Παρά τις πρωτόγνωρες συνθήκες, με τις οποίες ήλθαμε αντιμέτωπες, το σώμα της διαδήλωσης, περίπου 50 άτομα, αποφάσισε να κινηθεί κατά μήκος του κεντρικού παραλιακού δρόμου, ώστε να καταλήξει στο αρχηγείο του Λιμενικού Σώματος. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής ακούστηκαν συνθήματα όπως “Μπάτσοι, tv, λιμενικοί όλοι τα καθάρματα σκοτώνουνε μαζί”, “Στρατόπεδα συγκέντρωσης pushbacks και Μανωλάδα, αν είσαι μετανάστρια αυτή είναι η Ελλάδα” κ.λπ. Παράλληλα, από την αρχή της διαδήλωσης μέχρι και το τέλος της, και στις δύο πλευρές της πορείας, όπως και στο πίσω μέρος της, διμοιρίες των ΜΑΤ μάς ακολουθούσαν σε απόσταση αναπνοής· οι μπάτσοι μάς ακολούθησαν μέχρι και την κατάληψη του Μπινείου, που ήταν ο τελικός μας προορισμός, ενώ την ίδια στιγμή ένα drone της αστυνομίας, ανέλαβε, επίσης, να μας ανταποδώσει τον εναέριο χαιρετισμό του.

Καθώς αντιμετωπίσαμε την ασφυκτική πίεση της αστυνομίας κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, κάποιες μετανάστριες συντρόφισσες σημείωσαν: «Σε σύγκριση με τους άλλους ανθρώπους που παίρνουν μέρος στις διαδηλώσεις, εμείς ρισκάρουμε πολλά περισσότερα: έχουμε στα χέρια μας ένα χαρτί που έχει εκδοθεί από την κυβέρνηση, αλλά και πάλι η αστυνομία και η κυβέρνηση μπορούν να κάνουν μαζί μας ό,τι θέλουν. Στο παρελθόν, υποστήκαμε σφοδρή βία από την αστυνομία και γι’ αυτό φοβόμαστε να της αντιπαρατεθούμε και πάλι ανοιχτά. Γνωρίζουμε ότι ακόμη και αν δεν κάνουμε κάτι παράνομο συμμετέχοντας σε μια διαμαρτυρία, η αστυνομία μπορεί να ασκήσει την ισχύ της πάνω μας, για παράδειγμα να μας κατηγορήσει ψευδώς και να μας στείλει στη φυλακή, να επιβραδύνει τη διαδικασία ασύλου μας ή να την εμποδίσει. Έτσι, βρισκόμαστε να παρατηρούμε τη διαδήλωση εξωτερικά και να ακούμε τους ανθρώπους να φωνάζουν “Azadi azadi”, ενώ δεν μπορούμε να τους ακολουθήσουμε. Φοβόμαστε ακόμη και να τους χειροκροτήσουμε».

Σχετικά με αυτό, ακριβώς, το τελευταίο ζήτημα, θα πρέπει να επισημάνουμε κάτι ακόμα γύρω από τη διαδήλωσή μας, το περασμένο Σάββατο. Ένα άτομο που είναι λίγο πολύ συνηθισμένο στο να συμμετέχει σε διαδηλώσεις που διοργανώνονται στη Μυτιλήνη, θα μπορούσε εύκολα να παρατηρήσει ότι μια τέτοια στάση απέναντι σε 50 άτομα ήταν

σίγουρα αδικαιολόγητη και, σαφώς, υπερβολική. Εξάλλου, ακόμη και ένας περαστικός θα μπορούσε εύκολα να αντιληφθεί μια ειρηνική ομάδα ανθρώπων, με προμετωπίδα ένα πανό που έγραφε “STOP THE PUSHBACKS”, να είναι περικυκλωμένη ολοκληρωτικά από την αστυνομία. Ένα όχι και τόσο συνηθισμένο θέαμα, θα πρέπει να το παραδεχτούμε.

Για να το πούμε με λίγα λόγια, γνωρίζουμε ότι πίσω από όλες τις νομικές δικαιολογίες σχετικά με τις διαδηλώσεις, ότι πίσω από όλη την κινητοποίηση της αστυνομίας, υπάρχει ένας τεράστιος φόβος. Το γνωρίζουμε πολύ καλά, το ακούσαμε ακόμη και στη νευρική φωνή του αστυνομικού διευθυντή της ασφάλειας που μιλούσε στον ασύρματο – ξέρουμε ότι στα ακριτικά σύνορα της Ελλάδας, στην περιοχή του Βορειοανατολικού Αιγαίου, αρκεί κανείς να φωνάξει δυνατά τη μαγική φόρμουλα: “Σταματήστε τις επαναπροωθήσεις”, και οι δρόμοι θα πλημμυρίσουν από δυνάμεις των ΜΑΤ. Φοβούνται. Μέσα στην αδεξιότητά τους δεν καταλαβαίνουν ότι περικυκλώνοντάς μας, δεν μειώνουν την ορατότητά μας, αλλά κάνουν ξεκάθαρα ορατή την ενοχή τους, τη συνεχή προσπάθειά τους να συγκαλύψουν τις δολοφονίες στην ανοιχτή θάλασσα του Αιγαίου – «να φοβάσαι το θάνατο από νερό» είπε κάποιος στο παρελθόν. Φοβούνται, προφανώς, ότι τα φυλετικά όρια μεταξύ μεταναστών και πολιτών θα υποχωρήσουν σε έναν κοινό τόπο· αυτός είναι ο λόγος που προσπαθούν τεχνηέντως να συντηρήσουν αυτόν τον διαχωρισμό, ανταποδίδοντας και επιβάλλοντας τον ίδιο τους το φόβο ανάμεσά μας. Από την πλευρά μας, λοιπόν, ας το πούμε άλλη μια φορά και ας ελπίσουμε ότι θα αντηχήσει σε ολόκληρη την Ελλάδα:

Να σταματήσουν οι επαναπροωθήσεις